Όπως όλα δείχνουν, η σχολική χρονιά θα βγει περισσότερο κουτσά και στραβά από ό,τι υπολόγιζαν κάποιοι. Μπορεί τα θρανία να αντικαθίστανται εύκολα από υπολογιστές μέσω της υποχρεωτικής τηλεκπαίδευσης, ο περιορισμός των εκπαιδευτικών εκδρομών όμως μετατρέπει την βιωματική διαπαιδαγώγηση και την πνευματική καλλιέργεια των παιδιών σε…μάθημα επιλογής. Κυρίως διαδικτυακό.
Η ρίζα του κακού και…του καλού
Ομολογουμένως η εκπαιδευτική δραστηριότητα των σχολικών μονάδων έξω από τα στενά όρια των τάξεων δεν φημίζεται για την λειτουργικότητά της. Είτε γίνεται υπό δυσμενείς συνθήκες, είτε έπαιρνε τη μορφή χαβαλέ. Στην πρώτη περίπτωση κάθε επίσκεψη σε μουσεία, αρχαιολογικούς χώρους ή σημεία πολιτισμικού ενδιαφέροντος γινόταν υπό την πίεση χρόνου και την αίσθηση της…αγγαρείας. Το σχολείο έχει μία ώρα να «γυρίσει» το χώρο, οπότε του δείχνουμε πέντε αρχαία αγάλματα και τρεις πίνακες, βγάζουν οι μαθητές φωτογραφία ό,τι κινείται (και δεν κινείται) και μετά επιστρέφουν στο πούλμαν, γιατί σειρά έχει ένα μνημείο ή ένα άλλο μουσείο ή μια άλλη γκαλερί.
Ένοχοι στο παραπάνω σενάριο είναι τόσο οι εκπαιδευτικοί όσο και φυσικά οι μαθητές. Όλοι λίγο πολύ όντας κάποτε μαθητές φέρουμε ευθύνη για την οπτική μας γύρω από τις εκπαιδευτικές επισκέψεις. Η πολιτισμική κουλτούρα των εν λόγω επισκέψεων δεν έπιανε μια μπροστά στο ενδεχόμενο του να χάσεις μια ολόκληρη ημέρα μαθήματος. Γιαυτό και η εκδρομή δεν αποκτούσε καμία ουσία στο τέλος της ημέρας. Ακόμα και τη δυνατότητα του να παρακολουθήσεις μια θεατρική παράσταση με το σχολείο την παρομοίαζες ως κάτι το απευκταίο. Φαντάζομαι με τα σημερινά δεδομένα μια μεγάλη μερίδα μαθητών στο δίλημμα θέατρο ή δίωρο διαγώνισμα μαθηματικών θα προτιμούσε το δεύτερο…

Η διαχείριση μιας νέας, διαδικτυακής εποχής
Έτσι και αλλιώς η πανδημία δε μπορεί να κάνει χειρότερη τη κατάσταση. Πολλοί οργανισμοί, όπως τα μουσεία, έσπευσαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους διαδικτυακά, δίνοντας μια μελαγχολική ψευδαίσθηση της «παρουσίας» σε ένα χώρο ιστορικής και πολιτισμικής σημασίας. Μια ξενάγηση στο Μουσείο Μπενάκη ή στο Μουσείο Κοτσανά γίνεται σε ονλάιν επίπεδο, ενώ οι παιδικές φωνές σε μια βιωματική δράση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης ή του Μουσείου Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης ακούγονται μέσα από…δέκα κάμερες Skype. Είναι κατανοητό και σεβαστό πως η δυνατόητα για προσωπική επαφή αργεί να έρθει, τουλάχιστον για μερικούς ακόμα μήνες. Μήνες που ίσως η παιδαγωγική, μουσειακή κοινότητα δεν έχει να ξοδέψει. Η ανωτέρω παροχή υπηρεσιών σε ψηφιακό επίπεδο είναι θεμιτή και έσχατη λύση αλλά πόσο πραγματικά φέρνει στα παιδιά μια ολοκληρωμένη εκπαιδευτική εμπειρία;

Είναι σχεδόν σίγουρο πως για ένα διάστημα κάθε σχολική πρωτοβουλία για εκπαιδευτική επίσκεψη θα αντιμετωπίζεται από όλους και πρωτίστως τους γονείς με φόβο. Φόβο για το αν η βιωματική δράση είναι «αποστειρωμένη» και τηρεί τα υγειονομικά πρωτόκολλα. Αν μια κατασκευή που θα φτιάξει το παιδί με τους φίλους του έχει λουστεί με αντισηπτικά. Η κοινωνική αποστασιοποίηση, τα γάντια, οι μάσκες, τα προστατευτικά καλύμματα θα δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο τόσο την πρόθεση για μια επίσκεψη, όσο και την ομαλή πραγμάτωση της.
Άλλωστε, ποιος είπε πως τα κατάλοιπα της περασμένης χρονιάς θα εξαλειφθούν με το πάτημα ενός κουμπιού; Ειδικά από τη στιγμή που το θέμα των σχολείων και ό,τι συνεπάγεται με αυτό έχει μετατραπεί σε μια ενοχλητική μεσημεριανή σαπουνόπερα με θύμα τα ίδια τα παιδιά. Ναι, οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες πολλών φορέων «γονάτισαν» από τον κορονοϊό. Ας μην μετατραπούν όμως σε προαιρετική δραστηριότητα, επειδή πλέον…τα βλέπουμε και από το κομπιούτερ.
