Το έργο του Ιταλού θεατρικού συγγραφέα, Ντάριο Φο, που πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1997, είναι ένα από τα πιο επίκαιρα θεατρικά έργα που εντυπωσιάζει το κοινό, με το γεγονός ότι η πραγματικότητα συνεχίζει να παραμένει ίδια, ανεξαρτήτως τόπου και χρόνου και μας συγκλονίζει ακόμα παραπάνω με το ότι αυτή η πραγματικότητα που ενέχει όλο και μεγαλύτερες δόσεις βίας, τείνει να γίνει η κανονικότητα της σημερινής εποχής, αν δεν έχει ήδη γίνει.
Μια κανονικότητα που επιβάλλει να παρακολουθείς τα νέα των οκτώ στην τηλεόραση ή να διαβάζεις στο διαδίκτυο τους βασικούς τίτλους των ειδήσεων και να συνεχίζεις τις συνηθισμένες σου δραστηριότητες χωρίς περαιτέρω σκέψεις, παρά ίσως με ένα παροδικό κόμπο ανάλογα και με την βιαιότητα του γεγονότος ή του κατά πόσο εν τέλει το αφήσαμε να μας επηρεάσει στην εκάστοτε συνθήκη. Αυτό είναι ένα από τα βασικά θέματα που πραγματεύεται “ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού” του Ντάριο Φο που έφερε την πολιτική στο θέατρο δίχως φόβο αλλά με μια ευαίσθητη και κριτική ματιά, εκφράζοντας με αυτόν τον τρόπο τη δική του οπτική και πολιτική στάση.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Ντάριο Φο γεννήθηκε το 1926 σε προλεταριακή οικογένεια. Σε ηλικία μόλις 25 ετών, ανοίχτηκε σε έναν πραγματικό πολιτικό προβληματισμό και σχολίασε με την καυστικότητα και την ωμότητα που τον χαρακτηρίζει, τις ειδήσεις στο ραδιόφωνο. Λίγο αργότερα, ίδρυσε τη θεατρική του εταιρεία με τη σύζυγό του, Φράνκα Ράμε. Μέσα από αυτό, μπορούσε να καταδικάσει τους θεσμούς και τις άρχουσες τάξεις, όπως οι δολοφονικές επιθέσεις της δεκαετίας του 1970, τα πραξικοπήματα που ενορχηστρώθηκαν λίγο πολύ από τις μυστικές υπηρεσίες, την αστυνομική βία και καταστολή, τη διαφθορά και άλλα πολιτικά και κοινωνικά θέματα της εποχής του. Το θέατρό για εκείνον υπήρξε ο εκφραστικός δίαυλος της αντανάκλασης της σύγχρονης ιστορίας της Ιταλίας και της δέσμευσής του στην ταξική πάλη. Ο Ντάριο Φο χρησιμοποιεί έξοχα όλους τους μηχανισμούς του γέλιου, εκφράζοντας τη σουρεαλιστική κατάσταση της εποχής του.

Καθόλη τη διάρκεια της συγγραφικής του πορείας, δεν θα γλιτώσει από τίποτα: ανοιχτή λογοκρισία, απειλές, δίωξη για «έγκλημα γνώμης», απαγωγή της γυναίκας του, Φράνκα Ράμε από έναν φασίστα. Σε όλους αυτούς τους αγώνες, επέδειξε αμείωτο ψυχικό σθένος και ηθική δέσμευση, αποδεικνύοντας ότι είναι ένας ακούραστος μαχητής από τον οποίο, σίγουρα μας έμεινε η ποιότητα της δουλειάς του, στο απόγειο της οποίας κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Tο έργο:
Μιλάνο, Δεκέμβριος 1969
Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού που γράφτηκε το 1970 βασίζεται σε αληθινά γεγονότα που συνέβησαν το 1969 στην Ιταλία, όταν μετά από βομβιστική επίθεση στην αγροτική τράπεζα του Μιλάνο, η αστυνομία προέβη σε μαζικές συλλήψεις ατόμων του αναρχικού χώρου και μετά από τη διαδικασία ανάκρισης ενός εργοστασιακού υπαλλήλου αναρχικών φρονημάτων, εκείνος έπεσε «κατά λάθος» από τον 4ο όροφο του αστυνομικού τμήματος. Η έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για αυτοκτονία. Ένας τρελός, που προσποιείται ότι είναι δικαστής ξεκινά να αποκαλύψει την αλήθεια μέσα σε έναν ανεμοστρόβιλο δεξιοτεχνίας, με χέρια και πόδια που ξεβιδώνουν επί σκηνής. Στο τέλος καταλήγουν όλοι να τρώγονται μεταξύ τους και να αποκαλύπτεται η βλακώδης δολοφονική συμπεριφορά τους, παρασέρνοντας το κοινό σε ένα ασυγκράτητο ξέσπασμα γέλιων.
Το γεγονός αυτό, όσο και αν συγκλόνησε την κοινή γνώμη θα είχε ξεχαστεί, όπως δυστυχώς συμβαίνει, αν το θεατρικό έργο του Ντάριο Φο δεν το είχε κρατήσει στην αιωνιότητα, αποδίδοντας φόρο τιμής σε έναν αθώο, θύμα της αστυνομικής βίας και αγριότητας. Ένα φαινόμενα διαχρονικό δίχως διακρίσεις ανά εποχή που όσο και να μας ταράσσει τείνουμε να το τοποθετούμε στην ζώνη της κανονικότητας, αποδεχόμενοι πως συνέβαινε, συμβαίνει και θα συμβαίνει. Μια στάση που δεν περιορίζεται αποκλειστικά σε ό,τι αφορά την αστυνομική βία αλλά γενικά σε ό,τι έχει να κάνει με την πολιτική και κοινωνική αδικία, τις διακρίσεις, την οπαδική βία, τις γυναικοκτονίες, την κλιματική αλλαγή, την ανεργία, τον ρατσισμό και πολλά ακόμα που έχουν γίνει η δυστοπική μάστιγα της εποχής μας.
Εκεί που το ντελίριο της ύπαρξής μας συναντά την «κανονικότητα» και γίνονται φαρσοκωμωδία.
Παρότι η παράσταση πραγματεύεται ένα πολύ δύσκολο θέμα που άπτεται της πολιτικής και κοινωνικής ζωής και είναι δυστυχώς πιο επίκαιρο από ποτέ στην Ελλάδα του σήμερα, η μουσική που το πλαισιώνει είναι χαρούμενη και χορευτική. Βλέπουμε τους ηθοποιούς να χορεύουν όλοι μαζί επί σκηνής, παρασύροντας το κοινό σε μια διονυσιακού τύπου γιορτή. Οι στίχοι ωστόσο του ίδιου του πρωταγωνιστή, Πάνου Βλάχου, έρχονται να ταρακουνήσουν το κοινό με την ωμότητα της γλαφυρής περιγραφής του γεγονότος, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κατά τα άλλα χαρωπή και ανεβαστική μουσική.
“Ένα τυχαίο γεγονός, μια νύχτα με αστέρια
που βρέθηκε αναρχικός
σε λάθος μπάτσου χέρια
κι απ’ το ανοιχτό παραθυρό
έπεσε μοναχός του
γιατί πολύ τον τρέλανε
ο άλλος εαυτός του”
Πρόκειται για μια παράσταση σκηνοθετημένη σύμφωνα με τις αξίες της “commedia dell’arte”, στην οποία διακρίνουμε δυο βασικούς τύπους χαρακτήρων: τους «αφέντες» και τους «υπηρέτες» . Αυτό το είδος θεάτρου που εμφανίστηκε τον 16ο αιώνα στην Ιταλία, συνδυάζει την κωμωδία χειρονομιών και τον αυτοσχεδιασμό. Οι ηθοποιοί είναι αληθινοί επαγγελματίες, ικανοί να αυτοσχεδιάσουν μέσα από προκατασκευασμένες περιλήψεις.
«Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού» συνδυάζει την επιθεώρηση, μια αρκετά παρεξηγημένη λέξη στα αφτιά μας, με το μιούζικαλ και τη σάτυρα. Με ένα καταπληκτικά καυστικό χιούμορ που δεν διστάζει να αγγίξει θέματα της ελληνικής κοινωνικής πραγματικότητας και του πολιτικού γίγνεσθαι. Όπως είχε πει ο Ντάριο Φο, «Το έργο παίζεται από τον καιρό που γράφηκε με αμείωτη επιτυχία. Ίσως γιατί στη ζωή πληθαίνουν κάθε τόσο η αιματοχυσία, οι βόμβες, τα μεγάλα λόγια και τα μεγάλα σκάνδαλα… Πάντα από τα ίδια συστήματα που οργανώνουν τη βία και που δεν μπορούν να χωνέψουν αυτούς που δεν σκύβουν το κεφάλι».
Σύμφωνα με τους συντελεστές της παράστασης, η ανατρεπτική ματιά του Ντάριο Φο είναι η βάση για να σχολιαστεί με χιούμορ η δική μας πραγματικότητα ακολουθώντας την άποψη του:
«Δεν θεωρώ ένα έργο μου ολοκληρωμένο, αλλά ανοιχτό σε συνεχείς διαφοροποιήσεις. Ακόμη και σήμερα όποιος ανεβάζει κείμενά μου σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου πρέπει να ξέρει πως έχει να κάνει με ένα υλικό ρευστό, ικανό να το προσαρμόσει κανείς και να το πλάσει στα μέτρα της δικής του πραγματικότητας και να ανασύρει αναφορές που θα κάνουν την πλατεία του θεάτρου να θυμώσει, να σκεφτεί, να γελάσει.»
Παρακολουθήσαμε την παράσταση στο θέατρο βράχων και παρά την δροσούλα στα επάνω καθίσματα του θεάτρου, η ζέση με την οποία οι ηθοποιοί ανέβασαν το έργο επί σκηνής ήταν αρκετή για να ζεστάνει το κοινό.
Παίζουν: Πάνος Βλάχος, Φοίβος Ριμένας, Ιφιγένεια Αστεριάδη, Κωνσταντίνος Μαγκλάρας, Στέλιος Πέτσος, Παναγιώτης Κατσώλης.
Μουσικός επί σκηνής: Βάιος Πράπας